ζωνιοπλόκος: Difference between revisions

16
(6_18)
(16)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ζωνιοπλόκος''': -ον, πλέκων ἢ κεντῶν καὶ διαποικίλλων ζώνας, Θωμ. Μ. 413.
|lstext='''ζωνιοπλόκος''': -ον, πλέκων ἢ κεντῶν καὶ διαποικίλλων ζώνας, Θωμ. Μ. 413.
}}
{{grml
|mltxt=[[ζωνιοπλόκος]], -ον (Μ)<br />αυτός που πλέκει ή κεντά και στολίζει ζώνες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ζώνιον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>πλοκος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλέκω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δολο</i>-[[πλόκος]], <i>στιχο</i>-[[πλόκος]].
}}
}}