ἀνθεμώδης: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνθεμώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) ὁ [[πλήρης]] ἀνθέων, [[ἀνθηρός]], ἀνθεμώδους ἧρος Αἰσχύλ. Πρ. 455· τὸν ἀνθεμώδη Τμῶλον Εὐρ. Βάκχ. 462· λειμῶνας Ἀριστοφ. Βάτρ. 440.
|lstext='''ἀνθεμώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) ὁ [[πλήρης]] ἀνθέων, [[ἀνθηρός]], ἀνθεμώδους ἧρος Αἰσχύλ. Πρ. 455· τὸν ἀνθεμώδη Τμῶλον Εὐρ. Βάκχ. 462· λειμῶνας Ἀριστοφ. Βάτρ. 440.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />fleuri.<br />'''Étymologie:''' [[ἄνθεμον]], -ωδης.
}}
}}