3,277,002
edits
(6_1) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πεντηκόντορος''': (ἐξυπ. [[ναῦς]]), ἡ, [[πλοῖον]] φορτηγὸν μὲ [[πεντήκοντα]] κώπας, Πίνδ. Π. 4. 436, Εὐρ. Ι. Τ. 1124, Θουκ. 4. 14, κτλ. παρ’ Ἡροδ. φέρεται [[πεντηκόντερος]], 1. 152, 163, 164., 3. 41, κ. ἀλλ.· ἀλλ’ ἐν 3. 124., 6. 138, ἀντίγραφά τινα φέρουσι [[πεντηκόντορος]], καὶ ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] εὑρίσκεται ἐν τῷ Παρίῳ Χρον. (Συλλ. Ἐπιγρ. 2374. 15), πρβλ. [[τριακόντορος]]. | |lstext='''πεντηκόντορος''': (ἐξυπ. [[ναῦς]]), ἡ, [[πλοῖον]] φορτηγὸν μὲ [[πεντήκοντα]] κώπας, Πίνδ. Π. 4. 436, Εὐρ. Ι. Τ. 1124, Θουκ. 4. 14, κτλ. παρ’ Ἡροδ. φέρεται [[πεντηκόντερος]], 1. 152, 163, 164., 3. 41, κ. ἀλλ.· ἀλλ’ ἐν 3. 124., 6. 138, ἀντίγραφά τινα φέρουσι [[πεντηκόντορος]], καὶ ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] εὑρίσκεται ἐν τῷ Παρίῳ Χρον. (Συλλ. Ἐπιγρ. 2374. 15), πρβλ. [[τριακόντορος]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />à cinquante rames ; <i>abs.</i> navire à cinquante rames.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]], ἄρω. | |||
}} | }} |