3,277,218
edits
(6_23) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατάγελως''': -ωτος, ὁ, [[περίγελως]], περίπαιγμα, ἐμπαιγμός, Λατ. Iudibrium, τί δῆτ’ [[ἐμαυτοῦ]] καταγέλωτ’ ἔχω τάδε; τὰ κοσμήματα [[ταῦτα]] [[ἅπερ]] ἐπισύρουσι κατ’ ἐμοῦ τὸν ἐμπαιγμὸν τῶν ἀνθρώπων; Αἰσχύλ. Ἀγ. 1264, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἀχ. 76, Ξεν. Οἰκ. 13, 5, κτλ.· κ. [[πλατύς]], [[μέγας]], [[ἄκρατος]] [[περίγελως]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126· κατάγελων… φίλοις παρασχεθεῖν ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 320· ὁ κ. τῆς πράξεως, τὸ [[κορύφωμα]] τῆς ἀτοπίας τοῦ πράγματος, Πλάτ. Κρίτων 45Ε· κατάγελων ἡγούμην πάντα Φιλόστρ. 303, Ἐπικτ. Ἐγχειρ. 22. 2) ἐπὶ προσώπων, ἀντικείμενον γέλωτος, ουτος κ. νομίζεται Μένανδρ. ἐν «Ἐπαγγ.» 1. | |lstext='''κατάγελως''': -ωτος, ὁ, [[περίγελως]], περίπαιγμα, ἐμπαιγμός, Λατ. Iudibrium, τί δῆτ’ [[ἐμαυτοῦ]] καταγέλωτ’ ἔχω τάδε; τὰ κοσμήματα [[ταῦτα]] [[ἅπερ]] ἐπισύρουσι κατ’ ἐμοῦ τὸν ἐμπαιγμὸν τῶν ἀνθρώπων; Αἰσχύλ. Ἀγ. 1264, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἀχ. 76, Ξεν. Οἰκ. 13, 5, κτλ.· κ. [[πλατύς]], [[μέγας]], [[ἄκρατος]] [[περίγελως]], Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126· κατάγελων… φίλοις παρασχεθεῖν ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 320· ὁ κ. τῆς πράξεως, τὸ [[κορύφωμα]] τῆς ἀτοπίας τοῦ πράγματος, Πλάτ. Κρίτων 45Ε· κατάγελων ἡγούμην πάντα Φιλόστρ. 303, Ἐπικτ. Ἐγχειρ. 22. 2) ἐπὶ προσώπων, ἀντικείμενον γέλωτος, ουτος κ. νομίζεται Μένανδρ. ἐν «Ἐπαγγ.» 1. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ωτος (ὁ) :<br />dérision, moquerie : [[ὥσπερ]] [[κατάγελως]] τῆς πράξεως PLAT le plus plaisant de l’affaire.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[γέλως]]. | |||
}} | }} |