διαναυμαχέω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_20)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαναυμᾰχέω''': συγκροτῶ ναυμαχίαν, Ἡρόδ. 5. 86., 8. 63, διάφ. γραμ. παρὰ Θουκ. 8. 78· [[πρός]] τινα Ἰσοκρ. 60Ε.
|lstext='''διαναυμᾰχέω''': συγκροτῶ ναυμαχίαν, Ἡρόδ. 5. 86., 8. 63, διάφ. γραμ. παρὰ Θουκ. 8. 78· [[πρός]] τινα Ἰσοκρ. 60Ε.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />livrer un combat naval.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[ναυμαχέω]].
}}
}}