πολυθρήνητος: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολυθρήνητος''': -ον, ἀξιοθρήνητος, πολὺ θρηνηθείς, γενεὰ Ἀνθ. Π. 334, 15.
|lstext='''πολυθρήνητος''': -ον, ἀξιοθρήνητος, πολὺ θρηνηθείς, γενεὰ Ἀνθ. Π. 334, 15.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />lamentable.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[θρηνέω]].
}}
}}