τετράκλαστος: Difference between revisions

41
(6_18)
(41)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράκλαστος''': -ον, ὁ κεκλασμένος εἰς τέσσαρα τεμάχια, ἐπὶ ἄρτου, Πρόκλ. εἰς Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 440 πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ [[τετράτρυφος]].
|lstext='''τετράκλαστος''': -ον, ὁ κεκλασμένος εἰς τέσσαρα τεμάχια, ἐπὶ ἄρτου, Πρόκλ. εἰς Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 440 πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ [[τετράτρυφος]].
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />(για άρτο) ο τεμαχισμένος στα [[τέσσερα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[κλαστός]] (<span style="color: red;"><</span> <i>κλῶ</i> «[[τεμαχίζω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>ἡμί</i>-<i>κλαστος</i>].
}}
}}