γεροντοδιδάσκαλος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_14)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γεροντοδῐδάσκαλος''': ὁ, ἡ, [[διδάσκαλος]] γέροντος, Πλάτ. Εὐθυδ. 272C.
|lstext='''γεροντοδῐδάσκαλος''': ὁ, ἡ, [[διδάσκαλος]] γέροντος, Πλάτ. Εὐθυδ. 272C.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />qui enseigne un vieillard.<br />'''Étymologie:''' [[γέρων]], [[διδάσκαλος]].
}}
}}