ὑποψία: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_23)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑποψία''': Ἰων. ίη, ἡ· ([[ὑφοράω]], μέλλ. ὑπόψομαι). 1) ἐπὶ τοῦ ὑποκειμένου, [[ὑποψία]], [[ζηλοτυπία]], ὑποψίην ἔχειν Ἡρόδ. 9. 99· ἔς τινα ὁ αὐτ. 3. 52, πρβλ. Ἀντιφῶντα 116. 36 κἑξ., Θουκ. 4. 27, Ἀνδοκ. 9. 41· τὰ ἴχνη τῆς ὑπ. φέροντα εἴς τινα Ἀντιφῶν 119. 8· ὑποψίας μεστὸς Λυσί. 93. 17· ὑπ. [[πρός]] τινα Δημ. 1172. 10, Πλουτ. Κικ. 43· ὑπ. λαμβάνειν κατά τινος Δημ. 852. 2· ὑπέρ τινος Πλούτ. 2. 1092Α· ἐν ὑποψίᾳ ποιεῖσθαί τι Αἰσχίν. 2. 19· ἐν ὑπ., δι’ ὑποψίας ἔχειν τινὰ Πλουτ. Πύρρ. 23, Κάτων Πρεσβύτ. 23· ὑπ. γίγνεται, εἰσέρχεται τινι Θουκ. 2, 13, Πλάτ. Λῦσ. 218C· εἰς ὑπ. καθιστάναι τινά, [[φέρω]] τινὰ εἰς ὑποψίαν, Θουθκ. 5. 29· ὑποψίαν πρὸς ἀλλήλους ποιεῖν Λυσίας 174. 27· ἀντίθ. τῷ, εἰς ὑπ. ἐμπεσεῖν, Ἀντιφῶν 116. 37. 2) ἐπὶ τοῦ ἀντικειμένου, ἔχειν ὑπ., ἐπιδέχομαι ὑποψίαν, Πλάτ. Φαίδων 84C· ὑπ. ἐνδιδόναι ὡς... ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 887Ε· ὑπ. παρέχειν Θουκ. 1. 132· ὑπ. παρέχειν μὴ εἶναί τι Πλάτ. Μενέξ. 247Ε. ΙΙ. [[ζηλότυπος]], ἐπιμεμπτικὴ [[ἐπαγρύπνησις]], τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ’ ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, «τὴν πρὸς τοὺς [[πέλας]] ἐν τοῖς ἰδίοις περιεργίαν, ὅ τι καὶ [[ὅπως]] [[ταῦτα]] πράττουσι, λέγει» (Δούκας), Θουκ. σ. 2. 37.
|lstext='''ὑποψία''': Ἰων. ίη, ἡ· ([[ὑφοράω]], μέλλ. ὑπόψομαι). 1) ἐπὶ τοῦ ὑποκειμένου, [[ὑποψία]], [[ζηλοτυπία]], ὑποψίην ἔχειν Ἡρόδ. 9. 99· ἔς τινα ὁ αὐτ. 3. 52, πρβλ. Ἀντιφῶντα 116. 36 κἑξ., Θουκ. 4. 27, Ἀνδοκ. 9. 41· τὰ ἴχνη τῆς ὑπ. φέροντα εἴς τινα Ἀντιφῶν 119. 8· ὑποψίας μεστὸς Λυσί. 93. 17· ὑπ. [[πρός]] τινα Δημ. 1172. 10, Πλουτ. Κικ. 43· ὑπ. λαμβάνειν κατά τινος Δημ. 852. 2· ὑπέρ τινος Πλούτ. 2. 1092Α· ἐν ὑποψίᾳ ποιεῖσθαί τι Αἰσχίν. 2. 19· ἐν ὑπ., δι’ ὑποψίας ἔχειν τινὰ Πλουτ. Πύρρ. 23, Κάτων Πρεσβύτ. 23· ὑπ. γίγνεται, εἰσέρχεται τινι Θουκ. 2, 13, Πλάτ. Λῦσ. 218C· εἰς ὑπ. καθιστάναι τινά, [[φέρω]] τινὰ εἰς ὑποψίαν, Θουθκ. 5. 29· ὑποψίαν πρὸς ἀλλήλους ποιεῖν Λυσίας 174. 27· ἀντίθ. τῷ, εἰς ὑπ. ἐμπεσεῖν, Ἀντιφῶν 116. 37. 2) ἐπὶ τοῦ ἀντικειμένου, ἔχειν ὑπ., ἐπιδέχομαι ὑποψίαν, Πλάτ. Φαίδων 84C· ὑπ. ἐνδιδόναι ὡς... ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 887Ε· ὑπ. παρέχειν Θουκ. 1. 132· ὑπ. παρέχειν μὴ εἶναί τι Πλάτ. Μενέξ. 247Ε. ΙΙ. [[ζηλότυπος]], ἐπιμεμπτικὴ [[ἐπαγρύπνησις]], τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ’ ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, «τὴν πρὸς τοὺς [[πέλας]] ἐν τοῖς ἰδίοις περιεργίαν, ὅ τι καὶ [[ὅπως]] [[ταῦτα]] πράττουσι, λέγει» (Δούκας), Θουκ. σ. 2. 37.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> soupçon;<br /><b>2</b> crainte.<br />'''Étymologie:''' [[ὕποπτος]].
}}
}}