3,274,313
edits
(6_3) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀκτίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, (ἀκτή), ὁ κατοικῶν εἰς τὴν παραλίαν, Ἀνθ. Π. 6. 304. ΙΙ. ἀκτ. [[λίθος]], [[λίθος]] ἐξ Ἀττικῆς (πρβλ. [[ἀκτὴ]] (Λ) Ι. 2.), δηλ. [[μάρμαρον]] ἐκ τοῦ Πεντελικοῦ, Σοφ. Ἀποσπ. 72, Ὑπερείδ. παρ’ Ἁρποκρ. ἐν λ. ἀκτή. | |lstext='''ἀκτίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, (ἀκτή), ὁ κατοικῶν εἰς τὴν παραλίαν, Ἀνθ. Π. 6. 304. ΙΙ. ἀκτ. [[λίθος]], [[λίθος]] ἐξ Ἀττικῆς (πρβλ. [[ἀκτὴ]] (Λ) Ι. 2.), δηλ. [[μάρμαρον]] ἐκ τοῦ Πεντελικοῦ, Σοφ. Ἀποσπ. 72, Ὑπερείδ. παρ’ Ἁρποκρ. ἐν λ. ἀκτή. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />habitant du littoral.<br />'''Étymologie:''' [[ἀκτή]]². | |||
}} | }} |