τριοῦχος: Difference between revisions

42
(6_17)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τριοῦχος''': -ον, ὁ ἔχων [[τρεῖς]] ἢ [[τρία]], Δαμάσκ. ἐν τοῖς Βεκκήρ. Ἀνεκδότ. σ. 1425.
|lstext='''τριοῦχος''': -ον, ὁ ἔχων [[τρεῖς]] ἢ [[τρία]], Δαμάσκ. ἐν τοῖς Βεκκήρ. Ἀνεκδότ. σ. 1425.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει [[τρεις]] μονάδες, [[τρία]] μέρη, [[τρία]] συστατικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>οῦχος</i>].
}}
}}