μετεκδύομαι: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μετεκδύομαι''': μέσ., [[ἀπεκδύομαι]] τὰ ἐνδύματά μου καὶ ἐνδύομαι ἄλλα, μ. βασιλικὴν ἐσθῆτα Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 14, 2· μ. τὴν αὐτῶν φύσιν Πλουτ. Νουμ. 15· τὸ [[σχῆμα]] τοῦ φιλοσόφου, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Μαξ. Τυρ.
|lstext='''μετεκδύομαι''': μέσ., [[ἀπεκδύομαι]] τὰ ἐνδύματά μου καὶ ἐνδύομαι ἄλλα, μ. βασιλικὴν ἐσθῆτα Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 14, 2· μ. τὴν αὐτῶν φύσιν Πλουτ. Νουμ. 15· τὸ [[σχῆμα]] τοῦ φιλοσόφου, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Μαξ. Τυρ.
}}
{{bailly
|btext=changer de vêtement.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[ἐκδύω]].
}}
}}