ἡμίλεκτος: Difference between revisions

16
(6_17)
(16)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡμίλεκτος''': -ον, κατὰ τὸ ἥμισυ λεχθείς, [[λόγος]] Θεοφύλ.
|lstext='''ἡμίλεκτος''': -ον, κατὰ τὸ ἥμισυ λεχθείς, [[λόγος]] Θεοφύλ.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἡμίλεκτος]], -ον (Μ)<br />αυτός που ελέχθη [[κατά]] το ήμισυ, μισοειπωμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[λεκτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[λέγω]])].
}}
}}