προκυλίνδομαι: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_20)
(Bailly1_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''προκῠλίνδομαι''': Παθ., κυλίομαι πρὸς τὰ ἐμπρός, Ἰλ. Ξ. 18. ΙΙ. ὡς τὸ [[προκυλινδέομαι]], κυλίομαι πρὸ τῶν ποδῶν τινος, [[μετὰ]] γενικ., Ἄρατ. 188· μέλλ. προκυλίσομαι [ῑ], Ἀππ. Ἰταλ. ΙΙ, 5, 5· [[μετὰ]] μεταγενεστ. ἐνεστ. προκυλίομαι, Διον. Ἁλ. 8. 39.
|lstext='''προκῠλίνδομαι''': Παθ., κυλίομαι πρὸς τὰ ἐμπρός, Ἰλ. Ξ. 18. ΙΙ. ὡς τὸ [[προκυλινδέομαι]], κυλίομαι πρὸ τῶν ποδῶν τινος, [[μετὰ]] γενικ., Ἄρατ. 188· μέλλ. προκυλίσομαι [ῑ], Ἀππ. Ἰταλ. ΙΙ, 5, 5· [[μετὰ]] μεταγενεστ. ἐνεστ. προκυλίομαι, Διον. Ἁλ. 8. 39.
}}
{{bailly
|btext=rouler en avant <i>en parl. des vagues</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[κυλίνδω]].
}}
}}