μελαγκευθής: Difference between revisions

24
(6_7)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελαγκευθής''': -ές, ἐνδεδυμένος μέλανα, Βακχυλ. Ἀποσπ. 29 Blass.
|lstext='''μελαγκευθής''': -ές, ἐνδεδυμένος μέλανα, Βακχυλ. Ἀποσπ. 29 Blass.
}}
{{grml
|mltxt=[[μελαγκευθής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> ο κρυμμένος στο [[σκοτάδι]], [[μαύρος]], [[σκοτεινός]] («μελαγκευθὲς [[εἴδωλον]] ἀνδρός», Βακχυλ.)<br /><b>2.</b> αυτός που εμπεριέχει μαύρο [[χρώμα]] («μελαγκευθὲς [[νέφος]]», Βακχυλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλας]], -<i>ανος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>κευθής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κεῦθος]] <span style="color: red;"><</span> [[κεύθω]] «[[κρύβω]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>παγ</i>-<i>κευθής</i>].
}}
}}