3,277,241
edits
(6_5) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δεδοκημένος''': ἀνώμαλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ [[δέχομαι]] (Ἰων. [[δέκομαι]]) μετ᾿ ἐνεργ. σημασ.= ἀναμένων , περιμένων ἐν ἐνέδρᾳ,Ἰλ. Ο.730, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 214· -δὲν πρέπει νὰ συγχέηται [[μετὰ]] τοῦ Ἀττ. δεδόκημαι ἐκ τοῦ [[δοκέω]]. | |lstext='''δεδοκημένος''': ἀνώμαλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ [[δέχομαι]] (Ἰων. [[δέκομαι]]) μετ᾿ ἐνεργ. σημασ.= ἀναμένων , περιμένων ἐν ἐνέδρᾳ,Ἰλ. Ο.730, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 214· -δὲν πρέπει νὰ συγχέηται [[μετὰ]] τοῦ Ἀττ. δεδόκημαι ἐκ τοῦ [[δοκέω]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=η, ον :<br />qui attend, qui s’attend à.<br />'''Étymologie:''' part. de [[δεδόκημαι]]. | |||
}} | }} |