ἀναμορφόω: Difference between revisions

big3_4
(6_5)
(big3_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναμορφόω''': ἀναμορφώνω, [[σχηματίζω]] ἐκ νέου, [[ἀνακαινίζω]], Ἐκκλ. 2) μεταμορφώνω, εἴς τι φιλόστ. 869.
|lstext='''ἀναμορφόω''': ἀναμορφώνω, [[σχηματίζω]] ἐκ νέου, [[ἀνακαινίζω]], Ἐκκλ. 2) μεταμορφώνω, εἴς τι φιλόστ. 869.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> c. ac. compl. dir. y εἰς [[transformar]] ἐς βούκερων ἀναμορφώσας ἑαυτὸν ὁ ποταμός Philostr.Iun.<i>Im</i>.4.3, εἰκόνα ... εἰς κάλλους Anast.Ant.<i>Serm</i>.M.89.1385A.<br /><b class="num">2</b> c. ac. compl. dir. [[conformar de nuevo]] (ψυχήν) τὸ Πνεῦμα δι' ὕδατος Gr.Naz.M.35.773C, (εἰκόνα) χρώμασιν Procl.CP <i>Annunt</i>.M.85.432B<br /><b class="num">•</b>en v. pas. διὰ Χριστοῦ ἀναμορφούμεθα Ammon.<i>Io</i>.M.85.1409B.
}}
}}