εὐπατέρεια: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_9)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐπᾰτέρεια''': ἡ, (πατὴρ) ὡς τὸ [[εὔπατρις]], [[θυγάτηρ]] εὐγενοῦς πατρός, ἐπίθ. τῆς Ἐλένης, Ἰλ. Ζ. 292, Ὀδ. Χ. 227· τῆς Τυροῦς, Λ. 235, πρβλ. Μόσχ. 2. 29. 2) ἐπὶ τόπων, ἀνήκων εἰς εὐγενῆ πατέρα, αὐλά Εὐρ. Ἱππ. 98.
|lstext='''εὐπᾰτέρεια''': ἡ, (πατὴρ) ὡς τὸ [[εὔπατρις]], [[θυγάτηρ]] εὐγενοῦς πατρός, ἐπίθ. τῆς Ἐλένης, Ἰλ. Ζ. 292, Ὀδ. Χ. 227· τῆς Τυροῦς, Λ. 235, πρβλ. Μόσχ. 2. 29. 2) ἐπὶ τόπων, ἀνήκων εἰς εὐγενῆ πατέρα, αὐλά Εὐρ. Ἱππ. 98.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> fille d’un père illustre;<br /><b>2</b> qui appartient à un père illustre.<br />'''Étymologie:''' [[εὐπάτωρ]].
}}
}}