ἱερώσυνος: Difference between revisions

17
(6_10)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἱερώσυνος''': -η, -ον, [[ἱερατικός]]· ἱερώσυνα, τά, τὸ [[μερίδιον]] τοῦ ἱερέως ἐκ θυσίας ἢ ἐκ τῶν προσφερομένων μερῶν, Ἀμειψίας ἐν «Κόννῳ» 3, ἀλλὰ κατὰ τὰ Α. Β. 44, «τὰ τοῖς θεοῖς ἐξαιρούμενα μέρη καὶ θυμιώμενα».
|lstext='''ἱερώσυνος''': -η, -ον, [[ἱερατικός]]· ἱερώσυνα, τά, τὸ [[μερίδιον]] τοῦ ἱερέως ἐκ θυσίας ἢ ἐκ τῶν προσφερομένων μερῶν, Ἀμειψίας ἐν «Κόννῳ» 3, ἀλλὰ κατὰ τὰ Α. Β. 44, «τὰ τοῖς θεοῖς ἐξαιρούμενα μέρη καὶ θυμιώμενα».
}}
{{grml
|mltxt=[[ἱερώσυνος]] και ἱερεώσυνος και ἱερειώσυνος, -ύνη, -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[ιερατικός]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ἱερώσυνα</i><br />α) το [[μερίδιο]] του ιερέα από τα θυσιαζόμενα ζώα<br />β. τα μέρη του θύματος που καίγονταν για τους θεούς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ιερός]]. Για το -<i>ω</i>- του τ. <b>βλ. λ.</b> [[ιερωσύνη]]].
}}
}}