3,277,206
edits
(6_11) |
(32) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιφορητικός''': -ή, -όν, παρὰ Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 87, π. [[λόγος]], πιθαν. ἡμαρτημ. ἀντὶ παραφορητικός, [[ἀπατηλός]]. | |lstext='''περιφορητικός''': -ή, -όν, παρὰ Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 10. 87, π. [[λόγος]], πιθαν. ἡμαρτημ. ἀντὶ παραφορητικός, [[ἀπατηλός]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α [[περιφορητός]]<br />αυτός που περιφέρεται [[γρήγορα]], [[ταχύς]] [[κατά]] την [[περιφορά]]. | |||
}} | }} |