3,256,956
edits
(6_17) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὁδοιπόριστος''': -ον, ἡμαρτημ., [[διαβατός]], διοδεύσιμος, [[ἴσως]] διορθωτ. ὁδοιπορητὸς ἐκ τοῦ [[ὁδοιπορέω]], Ψευδο-Βασιλ. Ἐπιστ. τ. 3, σ. 467Β. | |lstext='''ὁδοιπόριστος''': -ον, ἡμαρτημ., [[διαβατός]], διοδεύσιμος, [[ἴσως]] διορθωτ. ὁδοιπορητὸς ἐκ τοῦ [[ὁδοιπορέω]], Ψευδο-Βασιλ. Ἐπιστ. τ. 3, σ. 467Β. | ||
}} | |||
{{trml | |||
|trtx====[[passable]]=== | |||
Bulgarian: проходим; Catalan: transitable; Finnish: kulkukelpoinen; German: [[passierbar]]; Greek: [[διαβατός]]; Ancient Greek: [[ἀμεύσιμος]], [[βάσιμος]], [[βατός]], [[διαβατός]], [[ἐμβατός]], [[εὔβατος]], [[εὔπορος]], [[ἰτός]], [[ὁδεύσιμος]], [[ὁδοιπόριστος]], [[ὁδωτός]], [[περάσιμος]], [[πορεύσιμος]], [[πορευτός]], [[πόριμος]], [[πρακτός]]; Italian: [[passabile]]; Latin: [[pervius]]; Norwegian Bokmål: farbar; Nynorsk: farbar; Polish: przekraczalny | |||
}} | }} |