ἀναγαργαρίζω: Difference between revisions

big3_3
(6_23)
(big3_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναγαργαρίζω''': καὶ - [[λίζω]], [[κάμνω]] γαργάραν, χλιαροῖσιν, Ἱππ. 470. 10, πρβλ. 469. 55., 517. 5 · οὕτω καὶ [[μέσον]], ἀναγαργαλίζεσθαι νῆστιν παρὰ τῷ αὐτῷ 666. 28. Παθ. ἀναγαργαριζόμενον σὺν μελικράτῳ Διοσκ.
|lstext='''ἀναγαργαρίζω''': καὶ - [[λίζω]], [[κάμνω]] γαργάραν, χλιαροῖσιν, Ἱππ. 470. 10, πρβλ. 469. 55., 517. 5 · οὕτω καὶ [[μέσον]], ἀναγαργαλίζεσθαι νῆστιν παρὰ τῷ αὐτῷ 666. 28. Παθ. ἀναγαργαριζόμενον σὺν μελικράτῳ Διοσκ.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[gargarizar]], [[hacer gárgaras]] χλιαροῖσι Hp.<i>Morb</i>.2.26, <i>Aff</i>.4<br /><b class="num">•</b>en v. med. mism. sent., Hp.<i>Mul</i>.2.185, <i>IG</i> 4<sup>2</sup>.126.30 (Epidauro), Archig. en Gal.12.976, Hdn.<i>Philet</i>.75.
}}
}}