τρωτήριον: Difference between revisions

From LSJ

Τιμώμενοι γὰρ πάντες ἥδονται βροτοί → Omnes enim homines honorari expetunt → Denn alle Menschen sehen sich recht gern geehrt

Menander, Monostichoi, 513
(6_21)
 
(42)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρωτήριον''': τό, [[ὄργανον]] τρωτικόν, Καισάρ. σ. 1040, ἔκδ. Mi.
|lstext='''τρωτήριον''': τό, [[ὄργανον]] τρωτικόν, Καισάρ. σ. 1040, ἔκδ. Mi.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Μ<br />όργανο που μπορεί να προκαλέσει [[τραύμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>τρω</i>- του <i>τι</i>-<i>τρώ</i>-<i>σκω</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τήριον</i> (<b>πρβλ.</b> <i>βασανισ</i>-<i>τήριον</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:42, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

τρωτήριον: τό, ὄργανον τρωτικόν, Καισάρ. σ. 1040, ἔκδ. Mi.

Greek Monolingual

τὸ, Μ
όργανο που μπορεί να προκαλέσει τραύμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. τρω- του τι-τρώ-σκω + κατάλ. -τήριον (πρβλ. βασανισ-τήριον)].