κυνοκράμβη: Difference between revisions

22
(6_23)
(22)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κῠνοκράμβη''': κοινῶς: «[[σκαρολάχανον]]» ἢ «καρμπολάχανον», Διοσκ. 4. 192, Γεωπ. 13. 4, 7, κτλ.
|lstext='''κῠνοκράμβη''': κοινῶς: «[[σκαρολάχανον]]» ἢ «καρμπολάχανον», Διοσκ. 4. 192, Γεωπ. 13. 4, 7, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=η (AM [[κυνοκράμβη]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />το [[φυτό]] θηλυγόνο<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />το [[φυτό]] απόκυνο<br /><b>αρχ.</b><br />το [[φυτό]] [[κυνέα]].
}}
}}