3,273,006
edits
(Bailly1_5) |
(39) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ᾶς (ἡ) :<br />assiduité auprès de qqn ; liaison intime, relations ; débauche.<br />'''Étymologie:''' [[συμπεριφέρω]]. | |btext=ᾶς (ἡ) :<br />assiduité auprès de qqn ; liaison intime, relations ; débauche.<br />'''Étymologie:''' [[συμπεριφέρω]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΑ<br />[[συμπεριφέρὦ</i>, -<i>ομαι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ο [[τρόπος]] με τον οποίο συμπεριφέρεται [[κανείς]], [[διαγωγή]]<br /><b>2.</b> (βιολ.-ανθρωπολ.) [[κάθε]] παρατηρήσιμη [[ενέργεια]] ή [[απόκριση]] ενός οργανισμού, μιας ομάδας ή ενός ολόκληρου είδους στους παράγοντες του περιβάλλοντος<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «δεν έχει [[συμπεριφορά]]» — [[είναι]] [[ανάγωγος]], φέρεται άπρεπα<br />β) «αντικοινωνική [[συμπεριφορά]]»<br /><b>(κοινων.)</b> η [[συμπεριφορά]] ενός ατόμου ή μιας ομάδας ατόμων η οποία αντίκειται στα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου μιας συγκεκριμένης κοινωνίας ή διαταράσσει την [[ισορροπία]], τη [[συνοχή]] ή την επιβίωσή του<br />γ) «αποκλίνουσα [[συμπεριφορά]]»<br /><b>(ψυχολ.)</b> η [[συμπεριφορά]] ενός ατόμου ή οποία διαφέρει [[σημαντικά]] από τον [[μέσο]] όρο της συμπεριφοράς τών άλλων ατόμων, την κοινώς λεγόμενη φυσιολογική<br />δ) «έκτροπη κοινωνική [[συμπεριφορά]]» — η αποκλίνουσα [[συμπεριφορά]] η οποία αντίκειται στις κοινωνικές επιταγές και στους επικρατούντες ηθικούς κανόνες<br />ε) «[[θεραπεία]] συμπεριφοράς» ή «[[τροποποίηση]] συμπεριφοράς»<br /><b>(ψυχιατρ.)</b> το [[σύνολο]] τών θεραπευτικών τεχνικών οι οποίες βασίζονται στην [[εφαρμογή]] τών αρχών της μάθησης και προσανατολίζονται [[κυρίως]] [[προς]] το [[σύμπτωμα]] και λίγο ή [[καθόλου]] [[προς]] τις διαδικασίες του ασυνειδήτου<br />στ) «συλλογική [[συμπεριφορά]]»<br />(κοινων. ψυχολ.) [[συμπεριφορά]] που εκδηλώνει ένα [[σύνολο]] ατόμων και η οποία προκαλείται από το ίδιο [[ερέθισμα]] [[χωρίς]] να ελέγχεται από κανόνες, όπως [[είναι]] η βία στα γήπεδα, ο [[πανικός]] κ.ά.<br />ζ) «συμβατική [[συμπεριφορά]]»<br /><b>(κοινων.)</b> [[συμπεριφορά]] που υπαγορεύεται από τον τρόπο ενέργειας ή συμπεριφοράς τον οποίο ακολουθεί [[κατά]] κανόνα το κοινωνικό [[σύνολο]]<br />η) «συμβολική [[συμπεριφορά]]»<br />(κοινων.-ανθρωπολ.) πράξεις ή [[διαγωγή]], που, [[πάντα]] ή σε ειδικές περιπτώσεις, έχουν μια ειδική [[σημασία]], όπως λ.χ. όταν κάνει [[κανείς]] το [[σημείο]] του σταυρού, ανάβει [[κερί]] ή γονατίζει όταν μπει σε [[εκκλησία]]<br />θ) «[[διαταραχή]] συμπεριφοράς»<br /><b>(ψυχιατρ.)</b> ψυχική [[διαταραχή]] ή ψυχολογικό [[πρόβλημα]] που εκδηλώνεται ουσιαστικά στο επίπεδο τών παρατηρήσιμων τύπων συμπεριφοράς<br />ι) «[[έλεγχος]] συμπεριφοράς»<br /><b>(ψυχιατρ.)</b> [[διαμόρφωση]] της συμπεριφοράς ενός ατόμου με τη [[βοήθεια]] της πειθούς, τών φαρμάκων ή άλλων μέσων<br />ια) «επιστήμες συμπεριφοράς» — επιστήμες που έχουν ως [[αντικείμενο]] τη [[μελέτη]] τών ανθρώπινων πράξεων, όπως [[είναι]] η [[κοινωνιολογία]], η [[ψυχολογία]], η κοινωνική [[ανθρωπολογία]], η πολιτιστική [[ανθρωπολογία]] κ.ά.<br />ιβ) «[[συμπεριφορά]] του ανθρώπου»<br /><b>(ψυχολ.)</b> η εκδηλούμενη και δυνητική [[ικανότητα]] για [[δραστηριότητα]] στη [[φυσική]], στη διανοητική και στην κοινωνική [[σφαίρα]] της ζωής του ανθρώπου, η οποία αποτελεί [[αντικείμενο]] έρευνας της σύγχρονης ψυχολογίας<br />ιγ) «[[συμπεριφορά]] τών ζώων»<br /><b>βιολ.</b> [[κάθε]] [[δραστηριότητα]] ενός ολοκληρωμένου ζωικού οργανισμού<br />ιδ) «[[ενστικτώδης]] [[συμπεριφορά]]»<br /><b>βιολ.</b> κληρονομική, [[συνήθως]], [[συμπεριφορά]] που επηρεάζεται ελάχιστα από τις εμπειρίες [[κάθε]] ατόμου και αποτελεί [[ακολουθία]] πολύπλοκων πράξεων οι οποίες διατρέχουν μια καθορισμένη [[πορεία]]<br />ιε) «τροφική [[συμπεριφορά]]»<br /><b>βιολ.</b> το [[σύνολο]] τών κινήσεων που κάνει το ζώο για τη [[λήψη]] της τροφής του<br />ιστ) «αναπαραγωγική [[συμπεριφορά]]» — τα γεγονότα και οι δραστηριότητες που υπεισέρχονται άμεσα στη [[διαδικασία]] με την οποία [[ένας]] [[οργανισμός]] αναπαράγεται<br />ιζ) «προγαμιαία [[συμπεριφορά]]»<br /><b>βιολ.</b> πράξεις που έχουν σκοπό την [[υπερκέραση]] της εχθρότητας και, γενικά, τών δυσκολιών [[ανάμεσα]] σε μελλοντικούς σεξουαλικούς συντρόφους [[πριν]] από τη σύζευξή τους<br />ιη) «αλτρουιστική [[συμπεριφορά]]»<br /><b>βιολ.</b> [[συμπεριφορά]] [[κατά]] την οποία ένα ζώο ξοδεύει [[μέρος]] της ενέργειάς του για να βοηθήσει ένα [[άλλο]], [[χωρίς]] το ίδιο να ευνοείται άμεσα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σχέση]], [[συναναστροφή]]<br /><b>2.</b> [[συνουσία]]<br /><b>3.</b> [[ενδοτικότητα]], [[υποχωρητικότητα]] («συγγνώμην δὲ τοῑς ἀπόροις ἢ συμπεριφορὰν οὐδ' ἡντινοῡν ἐπ' οὐδενὶ τῶν πραττομένων διδόντες», <b>Πολ.</b>)<br /><b>4.</b> [[προσήνεια]]<br /><b>5.</b> [[επιείκεια]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «συμπεριφορὰν ποιοῡμαι χρημάτων» — [[είμαι]] [[ενδοτικός]] σε ό,τι αφορά την [[απαίτηση]] πληρωμής <b>επιγρ.</b>. | |||
}} | }} |