βητάρμων: Difference between revisions

7
(big3_8)
(7)
Line 24: Line 24:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ονος, ὁ<br /><b class="num">1</b> [[danzarín]] Φαιήκων βητάρμονες ὅσσοι ἄριστοι <i>Od</i>.8.250, cf. 383, ὀρχηθμοῦ βητάρμονας ἴδριας Man.2.335.<br /><b class="num">2</b> adj. [[que danza]] καπνός Nonn.<i>D</i>.36.297, κάπρος Nonn.<i>D</i>.22.44, ἰχθύες Nonn.<i>Par.Eu.Io</i>.21.6.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Comp. cuyo primer término sería *βητος, *βητη o quizá *βητ- de la r. *<i>g<sup>u̯</sup>eH2</i>- / *<i>g<sup>u̯</sup>H2</i>- ‘ir’. El segundo término estaría rel. c. [[ἀραρίσκω]], [[ἁρμονία]] qq.u.
|dgtxt=-ονος, ὁ<br /><b class="num">1</b> [[danzarín]] Φαιήκων βητάρμονες ὅσσοι ἄριστοι <i>Od</i>.8.250, cf. 383, ὀρχηθμοῦ βητάρμονας ἴδριας Man.2.335.<br /><b class="num">2</b> adj. [[que danza]] καπνός Nonn.<i>D</i>.36.297, κάπρος Nonn.<i>D</i>.22.44, ἰχθύες Nonn.<i>Par.Eu.Io</i>.21.6.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Comp. cuyo primer término sería *βητος, *βητη o quizá *βητ- de la r. *<i>g<sup>u̯</sup>eH2</i>- / *<i>g<sup>u̯</sup>H2</i>- ‘ir’. El segundo término estaría rel. c. [[ἀραρίσκω]], [[ἁρμονία]] qq.u.
}}
{{grml
|mltxt=[[βητάρμων]], ο (Α)<br /><b>1.</b> ο [[χορευτής]]<br /><b>2.</b> <b>ως επίθ.</b> ο [[χορευτικός]], που φαίνεται σαν να χορεύει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Με [[βάση]] την [[ερμηνεία]] του Ησυχίου («ορχησταί από του [[ηρμοσμένως]] βαίνειν»), η λ. <i>βητ</i>-<i>άρμων</i> συνδέεται ως [[προς]] το β' συνθετικό με την [[ομάδα]] του [[αραρίσκω]] και [[κυρίως]] με την [[αρμονία]], αν και δεν διατηρεί την αρχική [[δασύτητα]], [[φαινόμενο]] που πιθ. οφείλεται σε ιωνική [[ψίλωση]]. Το α' συνθετικό του [[βητάρμων]] έχει υποστηριχτεί ότι προέρχεται από τη [[ρίζα]] του [[βαίνω]], κατ' [[άλλη]] δε [[άποψη]] <span style="color: red;"><</span> <i>βητος</i>, <i>βητη</i> ή <i>βήτρον</i> (<b>[[πρβλ]].</b> αρχ. ινδ. <i>g</i><i>ā</i><i>tram</i> «[[μέλος]]») με [[ανομοίωση]], ενώ άλλοι δέχονται <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>βητ</i>- αθέματου ονόματος <i>βης</i> (<b>[[πρβλ]].</b> θ. <i>δωτ</i>- του ονόματος <i>δως</i> «[[δόση]]»). Τέλος, σύμφωνα με [[άλλη]] [[υπόθεση]], ο τ. [[βητάρμων]] <span style="color: red;"><</span> <i>βηματάρμων</i>, με συλλαβική [[ανομοίωση]]].
}}
}}