δρακόντειος: Difference between revisions

9
(Bailly1_2)
(9)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> de dragon;<br /><b>2</b> habité par des dragons.<br />'''Étymologie:''' [[δράκων]].
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> de dragon;<br /><b>2</b> habité par des dragons.<br />'''Étymologie:''' [[δράκων]].
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ο (AM [[δρακόντειος]], -ον<br />Μ και δρακόντεος, -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε δράκο<br /><b>2.</b> αυτός που αναφέρεται ή αρμόζει στον νομοθέτη Δράκοντα<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> πολύ [[αυστηρός]], [[αμείλικτος]] («δρακόντεια [[μέτρα]]», «δρακόντειοι νόμοι»)<br /><b>2.</b> <b>αστρον.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον αστερισμό του δράκοντα<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) <b>αστρον.</b> «[[δρακόντειος]] [[μήνας]]» ή «δρακόντεια [[περίοδος]]» — το [[χρονικό]] [[διάστημα]] που μεσολαβεί [[μεταξύ]] δύο διελεύσεων της σελήνης από τον ίδιο σύνδεσμο<br />β) «δρακόντειο [[αίμα]]» — [[ρητινώδης]], [[ερυθρωπός]] [[χυμός]] δέντρων της Ινδικής.
}}
}}