μετατάσσω: Difference between revisions

25
(Bailly1_3)
(25)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ranger autrement, transposer;<br /><i><b>Moy.</b></i> μετατάσσομαι;<br /><b>1</b> se ranger dans un ordre de bataille;<br /><b>2</b> passer des rangs d’un parti : [[παρά]] τινα dans ceux d’un autre.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[τάσσω]].
|btext=ranger autrement, transposer;<br /><i><b>Moy.</b></i> μετατάσσομαι;<br /><b>1</b> se ranger dans un ordre de bataille;<br /><b>2</b> passer des rangs d’un parti : [[παρά]] τινα dans ceux d’un autre.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[τάσσω]].
}}
{{grml
|mltxt=(ΑΜ [[μετατάσσω]], Α αττ. τ. μετατάττω) [[τάσσω]]<br />[[τάσσω]] [[αλλού]], [[μεταθέτω]], [[μεταφέρω]] σε [[άλλη]] [[θέση]], [[μετατοπίζω]], [[μετακινώ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[μεταφέρω]] αξιωματικό από ένα [[σώμα]] ή όπλο σε [[άλλο]]<br /><b>2.</b> (γενικά) [[μεταθέτω]] [[δημόσιο]] υπάλληλο από μια [[υπηρεσία]] σε [[άλλη]] παρεμφερή<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[παρεμβάλλω]], [[ενθέτω]], [[καταχωρίζω]]<br /><b>2.</b> (το μέσ.) <i>μετατάσσομαι</i><br />α) [[μεταβάλλω]] την [[τάξη]] της μάχης, την [[παράταξη]] του στρατού στη [[μάχη]]<br />β) [[προσχωρώ]] σε [[άλλη]] [[μερίδα]], [[μεταπηδώ]] σε [[άλλη]] [[πολιτική]] ή στρατιωτική [[παράταξη]] («τοὺς συμμάχους τῷ ἐκείνω ἔχθει παρ' Ἀθηναίους μετατάξασθαι», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />(το μέσ.) [[αναβάλλω]] [[δοκιμασία]] ή [[δίκη]].
}}
}}