εὔκλαδος: Difference between revisions

15
(6_17)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὔκλᾰδος''': -ον, ἔχων καλοὺς κλάδους, Σχόλ. εἰς Νικ. Θηρ. 648, Σουΐδ. ἐν λ. [[εὔπτορθος]].
|lstext='''εὔκλᾰδος''': -ον, ἔχων καλοὺς κλάδους, Σχόλ. εἰς Νικ. Θηρ. 648, Σουΐδ. ἐν λ. [[εὔπτορθος]].
}}
{{grml
|mltxt=[[εὔκλαδος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει πολλούς και ωραίους κλάδους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> [[κλάδος]].
}}
}}