κωρύκιον: Difference between revisions

22
(6_22)
(22)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κωρύκιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[κώρυκος]], Πολ. Ιϳ, 172, Σουΐδ. -ίδιον, Ἡσύχ.
|lstext='''κωρύκιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[κώρυκος]], Πολ. Ιϳ, 172, Σουΐδ. -ίδιον, Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=[[κωρύκιον]], τὸ (Α) [[κώρυκος]]<br />[[σακίδιο]].
}}
}}