μελανηφόρος: Difference between revisions

24
(6_16)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελανηφόρος''': -ον, = μελανοφόρος, Ὀρφ. Ὕμν. 41. 9˙ ἐπίθ. ἱερέων τινῶν τῆς Ἴσιδος, Συλλ. Ἐπιγρ. 2293 ([[ἔνθα]] ἴδε τὸν Böckh), 96˙ - μελανηφορέω, μαυροφορῶ, Τζέτζ. 7. 999.
|lstext='''μελανηφόρος''': -ον, = μελανοφόρος, Ὀρφ. Ὕμν. 41. 9˙ ἐπίθ. ἱερέων τινῶν τῆς Ἴσιδος, Συλλ. Ἐπιγρ. 2293 ([[ἔνθα]] ἴδε τὸν Böckh), 96˙ - μελανηφορέω, μαυροφορῶ, Τζέτζ. 7. 999.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ο, θηλ. και -α<br />αυτός που περιέχει [[μελάνη]] («[[μελανηφόρος]] [[σάκος]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μελάνη]] <span style="color: red;">+</span> -[[φόρος]]].———————— <b>(II)</b><br />[[μελανηφόρος]], -ον (ΑM)<br /><b>βλ.</b> [[μελανοφόρος]].
}}
}}