ὁρκίλλομαι: Difference between revisions

29
(9)
 
(29)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=o(rki/llomai
|Beta Code=o(rki/llomai
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">swear vain oaths</b>, Phot., dub. in Hsch.</span>
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">swear vain oaths</b>, Phot., dub. in Hsch.</span>
}}
{{grml
|mltxt=[[ὁρκίλλομαι]] (Α)<br />[[δίνω]] μάταιους, κενούς όρκους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πολλοί έχουν προτείνει τη [[διόρθωση]] του τ. σε <i>ὁρκίδδομαι</i>. Κατ' άλλους, όμως, το ρ. έχει παραχθεί από αμάρτυρο <i>ὁρκιλ</i>(<i>λ</i>)<i>ος</i>- (<b>πρβλ.</b> <i>οπτίλ</i>[[λ]]<i>ος</i>) <span style="color: red;"><</span> [[ὅρκος]], υποκορ. με μειωτική σημ.].
}}
}}