πανδέκτης: Difference between revisions

30
(6_19)
(30)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πανδέκτης''': -ου, ὁ τὰ πάντα δεχόμενος ἐν τῷ πληθ., πανδέκται, οἱ, [[ὄνομα]] καθολικοῦ λεξικοῦ ἢ εἴδους ἐγκυκλοπαιδικοῦ λεξικ., οἷα συνέταξαν ὁ Τίρων καὶ ὁ Δωρόθεος˙ ἕκαστον δὲ τούτων ἐκαλεῖτο [[πανδέκτης]], Δωρόθεος ἐν τῷ πρώτῳ π. Κλήμ. Ἀλ. 399, πρβλ. Γέλλ. 13. 9. 2) ἐν τῷ πληθ. [[ὡσαύτως]], καθολικὴ συλλογὴ νόμων γενομένη κατὰ διαταγὴν τοῦ Ἰουστινιανοῦ, ἧς ἔκαστον [[βιβλίον]] ἦτο εἷς [[πανδέκτης]], ἴδε Δουκάγγ. ΙΙ. παρὰ Συνέσ. 240D, [[πανδέκτης]] φαίνεται ὅτι σημαίνει τὸν ἐπιπολαίως πολυμαθῆ ἄνθρωπον. ΙΙΙ. παρὰ τοῖς Στωϊκοῖς ἡ λέξ. [[πανδέκτης]] ἐσήμαινεν [[ἐπίρρημα]], Διομήδ. 190, 24, 194, 20. IV. [[εἶδος]] πλοίου, Κ. Πορφυρ. Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 468, 1.
|lstext='''πανδέκτης''': -ου, ὁ τὰ πάντα δεχόμενος ἐν τῷ πληθ., πανδέκται, οἱ, [[ὄνομα]] καθολικοῦ λεξικοῦ ἢ εἴδους ἐγκυκλοπαιδικοῦ λεξικ., οἷα συνέταξαν ὁ Τίρων καὶ ὁ Δωρόθεος˙ ἕκαστον δὲ τούτων ἐκαλεῖτο [[πανδέκτης]], Δωρόθεος ἐν τῷ πρώτῳ π. Κλήμ. Ἀλ. 399, πρβλ. Γέλλ. 13. 9. 2) ἐν τῷ πληθ. [[ὡσαύτως]], καθολικὴ συλλογὴ νόμων γενομένη κατὰ διαταγὴν τοῦ Ἰουστινιανοῦ, ἧς ἔκαστον [[βιβλίον]] ἦτο εἷς [[πανδέκτης]], ἴδε Δουκάγγ. ΙΙ. παρὰ Συνέσ. 240D, [[πανδέκτης]] φαίνεται ὅτι σημαίνει τὸν ἐπιπολαίως πολυμαθῆ ἄνθρωπον. ΙΙΙ. παρὰ τοῖς Στωϊκοῖς ἡ λέξ. [[πανδέκτης]] ἐσήμαινεν [[ἐπίρρημα]], Διομήδ. 190, 24, 194, 20. IV. [[εἶδος]] πλοίου, Κ. Πορφυρ. Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 468, 1.
}}
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. [[πανδέκτειρα]], ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που δέχεται [[μέσα]] του τα [[πάντα]]<br /><b>2.</b> (<b>στον πληθ. ως κύριο όν.</b>) <i>οι Πανδέκτες</i> ή <i>οι Πανδέκται</i><br />το σημαντικότερο [[έργο]] της ιουστινιάνειας νομοθεσίας, που συνίσταται σε [[συλλογή]] επεξεργασμένων και κεκαθαρμένων από αντιφατικότητες διατάξεων της ρωμαϊκής νομοθεσίας και το οποίο συντάχθηκε από τον σοφό νομομαθή Τριβωνιανό και [[επιτροπή]] εξεχόντων νομικών με [[εντολή]] του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού<br /><b>νεοελλ.</b><br />(<b>κατ' επέκτ.</b>) [[κάθε]] [[συλλογή]] νόμων ή κειμένων<br /><b>μσν.</b><br />[[είδος]] πλοίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (στους Στωικούς) <b>γραμμ.</b> το [[επίρρημα]]<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τον Συνέσιο) <b>ειρων.</b> επιπόλαια και [[χωρίς]] [[κρίση]] [[πολυμαθής]] [[άνθρωπος]]<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> [[ονομασία]] γενικών ή εγκυκλοπαιδικών λεξικών, όπως ήταν αυτά που συνέταξαν ο Τύρων και ο Δωρόθεος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δέκτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[δέχομαι]]), <b>πρβλ.</b> <i>πολυ</i>-[[δέκτης]].
}}
}}