περισυνάγω: Difference between revisions

32
(6_3)
(32)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''περισυνάγω''': [[συνάγω]] τι [[πέριξ]] τινὸς ἢ [[συνάγω]] [[πανταχόθεν]] εἰς ἓν [[μέρος]], Σχόλ. εἰς Ὀππ. Ἁλ. 2. 231, Ἐπιφάν., κλπ.
|lstext='''περισυνάγω''': [[συνάγω]] τι [[πέριξ]] τινὸς ἢ [[συνάγω]] [[πανταχόθεν]] εἰς ἓν [[μέρος]], Σχόλ. εἰς Ὀππ. Ἁλ. 2. 231, Ἐπιφάν., κλπ.
}}
{{grml
|mltxt=ΜΑ [[συνάγω]]<br /><b>1.</b> [[συγκεντρώνω]] [[κάτι]] [[γύρω]] από [[κάτι]] [[άλλο]] ή από κάποιον<br /><b>2.</b> [[συγκεντρώνω]] διασκορπισμένα μέρη ενός συνόλου, [[συναθροίζω]] από [[παντού]] σε ένα [[μέρος]], [[περισυλλέγω]], [[συμμαζεύω]].
}}
}}