περισκεπάζω: Difference between revisions

32
(6_2)
(32)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περισκεπάζω''': [[περικαλύπτω]], [[σκεπάζω]] ὁλόγυρα, βύσσῳ τι Ἀνθ. Π. 5. 104· ― Παθ., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 5, 3. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ἀμφεκάλυψεν· περιεσκέπασεν». ΙΙ. [[περιβάλλω]], [[ῥάκος]] Μοσχίων π. Γυναικ. Παθ. 32. 6.
|lstext='''περισκεπάζω''': [[περικαλύπτω]], [[σκεπάζω]] ὁλόγυρα, βύσσῳ τι Ἀνθ. Π. 5. 104· ― Παθ., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 5, 3. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ἀμφεκάλυψεν· περιεσκέπασεν». ΙΙ. [[περιβάλλω]], [[ῥάκος]] Μοσχίων π. Γυναικ. Παθ. 32. 6.
}}
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br />[[σκεπάζω]] [[κάτι]] [[ολόγυρα]], [[περικαλύπτω]], [[προστατεύω]], [[προφυλάσσω]] («περισκεπασάτω τὸ ἀγγεῑον», Γεωπ.).
}}
}}