προσυπόκειμαι: Difference between revisions

35
(6_20)
(35)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσυπόκειμαι''': Παθ., [[ὑπόκειμαι]] [[προσέτι]], Γαλην.
|lstext='''προσυπόκειμαι''': Παθ., [[ὑπόκειμαι]] [[προσέτι]], Γαλην.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[υπόκειμαι]] επί [[πλέον]]<br /><b>2.</b> υποθηκεύομαι επί [[πλέον]]<br /><b>3.</b> λαμβάνομαι ως επί [[πλέον]] [[υπόθεση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὑπόκειμαι]] «βρίσκομαι από [[κάτω]], υποθηκεύομαι, τίθεμαι ως [[βάση]] υπόθεσης ή συλλογισμού»].
}}
}}