σκυτώδης: Difference between revisions

37
(6_7)
(37)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκῡτώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς δέρμα, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 24.
|lstext='''σκῡτώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς δέρμα, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 24.
}}
{{grml
|mltxt=-ῶδες, Α [[σκῡτος]]<br />όμοιος με [[δέρμα]] («oἱ δὲ ἄρρενες σκυτώδεις τε γιγνονται καὶ γλίσχροι», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
}}