συμμειγνύω: Difference between revisions

From LSJ

σωφροσύνης πίστην ἔχειν περί τινος → to be persuaded of one's probity

Source
(39)
 
(39)
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ, και [[συμμείγνυμι]] και επικ. και ιων. και αττ. τ. [[συμμίσγω]] Α<br /><b>βλ.</b> [[συμμιγνύω]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ, και [[συμμείγνυμι]] και επικ. και ιων. και αττ. τ. [[συμμίσγω]] Α<br /><b>βλ.</b> [[συμμιγνύω]].
|mltxt=ΝΜΑ, και [[συμμείγνυμι]] και επικ. και ιων. και αττ. τ. [[συμμίσγω]] Α<br /><b>βλ.</b> [[συμμιγνύω]].
}}
}}

Revision as of 12:36, 29 September 2017

Greek Monolingual

ΝΜΑ, και συμμείγνυμι και επικ. και ιων. και αττ. τ. συμμίσγω Α
βλ. συμμιγνύω.

Greek Monolingual

ΝΜΑ, και συμμείγνυμι και επικ. και ιων. και αττ. τ. συμμίσγω Α
βλ. συμμιγνύω.