συνεπιζητώ: Difference between revisions

From LSJ

ἀλεξίκακε τρισέληνε, μηδέποθ' ἡττηθείς, σήμερον ἐξετάθης → averter of woes, offspring of three nights, thou, who never didst suffer defeat, art to-day laid low

Source
(39)
 
(39)
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=-έω, Α<br />[[διερευνώ]] [[κάτι]] από κοινού με κάποιον.
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-έω, Α<br />[[διερευνώ]] [[κάτι]] από κοινού με κάποιον.
|mltxt=-έω, Α<br />[[διερευνώ]] [[κάτι]] από κοινού με κάποιον.
}}
}}

Revision as of 12:40, 29 September 2017

Greek Monolingual

-έω, Α
διερευνώ κάτι από κοινού με κάποιον.

Greek Monolingual

-έω, Α
διερευνώ κάτι από κοινού με κάποιον.