τύκη: Difference between revisions

From LSJ

λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells

Source
(6_9)
 
(42)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''τύκη''': ἡ, [[ὄργανον]] λιθοκόπου, ἐν τύκαισι λαΐνοισι Γιγάντων (κατὰ τὸν Ἕρμαν. ἀντὶ τείχεσι) Εὐρ. Ἴων 206· πρβλ. [[τύκισμα]].
|lstext='''τύκη''': ἡ, [[ὄργανον]] λιθοκόπου, ἐν τύκαισι λαΐνοισι Γιγάντων (κατὰ τὸν Ἕρμαν. ἀντὶ τείχεσι) Εὐρ. Ἴων 206· πρβλ. [[τύκισμα]].
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br />[[εργαλείο]] λιθοκόπου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. της λ. [[τύχος]], [[κατά]] τα θηλ.].
}}
}}

Revision as of 12:43, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

τύκη: ἡ, ὄργανον λιθοκόπου, ἐν τύκαισι λαΐνοισι Γιγάντων (κατὰ τὸν Ἕρμαν. ἀντὶ τείχεσι) Εὐρ. Ἴων 206· πρβλ. τύκισμα.

Greek Monolingual

ἡ, Α
εργαλείο λιθοκόπου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. της λ. τύχος, κατά τα θηλ.].