τρισεξώλης: Difference between revisions

42
(6_19)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρισεξώλης''': -ου, ὁ, τρὶς [[ἐξώλης]], ὁ [[πάνυ]] [[ἐξώλης]], ὁ [[τρισκατάρατος]], Εὐστ. 725. 29.
|lstext='''τρισεξώλης''': -ου, ὁ, τρὶς [[ἐξώλης]], ὁ [[πάνυ]] [[ἐξώλης]], ὁ [[τρισκατάρατος]], Εὐστ. 725. 29.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Μ<br />[[τελείως]] διεφθαρμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επιτατ. <i>τρισ</i>-/<i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐξώλης]] «ηθικά διεφθαρμένος»].
}}
}}