ἀντίστροφος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀντίστροφος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />στραμμένος αντίθετα, γυρισμένος [[ανάποδα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[απέναντι]]<br /><b>2.</b> [[αντίστοιχος]], [[ανάλογος]]<br /><b>3.</b> [[αντίξοος]], [[ανάποδος]]<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ἀντίστροφα</i><br />οι αντιστροφές.
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀντίστροφος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />στραμμένος αντίθετα, γυρισμένος [[ανάποδα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[απέναντι]]<br /><b>2.</b> [[αντίστοιχος]], [[ανάλογος]]<br /><b>3.</b> [[αντίξοος]], [[ανάποδος]]<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ἀντίστροφα</i><br />οι αντιστροφές.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀντίστροφος:''' -ον ([[ἀντιστρέφω]]), γυρισμένος ώστε να αντικρύζει ο [[ένας]] τον [[άλλο]]· [[σχετικός]], [[αντίστοιχος]], [[ισότιμος]], <i>τινι</i>, ως προς [[κάτι]], σε Πλάτ.· επίσης, <i>ἀντίστροφός τινος</i>, όπως αν το <i>ἀντ</i>. ήταν ουσ., το αντίστοιχό του ή ανάλογό του, στον ίδ.· επίρρ. <i>-ρως</i>, αντίστοιχα, <i>τινί</i>, στον ίδ.
}}
}}