μήτηρ: Difference between revisions

1,610 bytes added ,  30 December 2018
5
(25)
(5)
Line 33: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μήτηρ]], ἡ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[μητέρα]].
|mltxt=[[μήτηρ]], ἡ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[μητέρα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μήτηρ:''' Δωρ. [[μάτηρ]], ἡ, κλητ. <i>μῆτερ</i>· [[αλλά]] κατά το [[πατήρ]] στον τονισμό των άλλων πτώσεων, γεν. <i>μητέρος</i>, <i>μητρός</i>, δοτ. [[μητέρι]], <i>[[μητρί]]</i>, κ.λπ.· [[μητέρα]], σε Όμηρ. κ.λπ.·<br /><b class="num">1.</b> λέγεται για ζώα, [[θηλυκός]] [[γονιός]], στον ίδ.· ἀπό ή <i>ἐκ μητρός</i>, από τη [[μήτρα]] της μάνας μου, σε Πίνδ., Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> επίσης, λέγεται για περιοχές, εδάφη, [[μήτηρ]] μήλων, <i>θηρῶν</i>, [[μητέρα]] των κοπαδιών, του παιχνιδιού (του κυνηγιού), σε Ομήρ. Ιλ.· λέγεται για τη Γη, γῆ πάντων [[μήτηρ]], σε Ησίοδ.· γῆ [[μήτηρ]], σε Αισχύλ.· ὦ [[γαῖα]] μῆτερ, σε Ευρ.· επίσης, <i>ἡ Μάτηρ</i> μόνο, αντί [[Δημήτηρ]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">3.</b> λέγεται για [[τόπο]], όπου γεννήθηκε [[κάποιος]], <i>μάτερ ἐμά</i>, <i>Θήβα</i>, σε Πίνδ. κ.λπ.<br /><b class="num">4.</b> ποιητ. ως η [[πηγή]] των συμβάντων, [[μήτηρ]] ἀέθλων, λέγεται για την [[Ολυμπία]], στον ίδ., η [[νύχτα]] είναι η [[μητέρα]] της ημέρας, σε Αισχύλ.· [[σταφύλι]] κρασιού, στο ίδ.
}}
}}