μέλλησις: Difference between revisions

5
(24)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μέλλησις]], ἡ (Α) [[μέλλω]]<br /><b>1.</b> [[ετοιμότητα]], [[προπαρασκευή]], [[ιδίως]] πολεμική, [[εξοπλισμός]]<br /><b>2.</b> [[σκοπός]] που δεν εκπληρώθηκε («καὶ Ἀργεῑοι διὰ τὴν ἐκείνων μέλλησιν τῶν ἐν τῇ πόλει τινὰς ὑποπτεύσαντες τοὺς μὲν ξυνέλαβον, οἱ δ' αὐτοὺς καὶ διέφυγον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>3.</b> [[χρονοτριβή]] στην [[επιτέλεση]] ενός έργου, [[αδράνεια]] («διὰ τὴν ἐκείνων μέλλησιν τῶν ἐς ἡμᾱς δεινῶν», <b>Θουκ.</b>).
|mltxt=[[μέλλησις]], ἡ (Α) [[μέλλω]]<br /><b>1.</b> [[ετοιμότητα]], [[προπαρασκευή]], [[ιδίως]] πολεμική, [[εξοπλισμός]]<br /><b>2.</b> [[σκοπός]] που δεν εκπληρώθηκε («καὶ Ἀργεῑοι διὰ τὴν ἐκείνων μέλλησιν τῶν ἐν τῇ πόλει τινὰς ὑποπτεύσαντες τοὺς μὲν ξυνέλαβον, οἱ δ' αὐτοὺς καὶ διέφυγον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>3.</b> [[χρονοτριβή]] στην [[επιτέλεση]] ενός έργου, [[αδράνεια]] («διὰ τὴν ἐκείνων μέλλησιν τῶν ἐς ἡμᾱς δεινῶν», <b>Θουκ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''μέλλησις:''' ἡ ([[μέλλω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτό που καθυστερεί να επέλθει, το επαπειλούμενο (με εχθρική [[έννοια]]), σε Θουκ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[πρόθεση]] να γίνει [[κάτι]], που όμως δεν υλοποιήθηκε, [[αναβολή]], [[καθυστέρηση]], στον ίδ.· <i>διὰ βραχείας μελλήσεως</i>, σε σύντομο [[χρονικό]] [[διάστημα]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> με γεν. πράγμ., [[αναβολή]], [[καθυστέρηση]] στην [[εκτέλεση]] κάποιας πράξης, σε Θουκ.
}}
}}