πάρνοψ: Difference between revisions

5
(31)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και πόρνοψ, -οπος, ὁ, Α<br />[[είδος]] ακρίδας («ἀπό τῶν παρνόπων, οὕς οἱ Οἰταῑαι κόρνοπας λέγουσι», <b>Στράβ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Έχει προταθεί η [[σύνδεση]] του τ. με τα [[περκνός]] «[[μαύρος]]», «[[πράκνον]]<br /><i>μέλανα</i>» (<b>Ησύχ.</b>) και <i>περκνό</i>-<i>πτερος</i>. Ο τ. εμφανίζει κατάλ. -<i>οψ</i> (<b>πρβλ.</b> [[δρύοψ]], [[σκάλοψ]]) και παράλληλο τ. με αρκτικό <i>κ</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[κόρνοψ]])].
|mltxt=και πόρνοψ, -οπος, ὁ, Α<br />[[είδος]] ακρίδας («ἀπό τῶν παρνόπων, οὕς οἱ Οἰταῑαι κόρνοπας λέγουσι», <b>Στράβ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Έχει προταθεί η [[σύνδεση]] του τ. με τα [[περκνός]] «[[μαύρος]]», «[[πράκνον]]<br /><i>μέλανα</i>» (<b>Ησύχ.</b>) και <i>περκνό</i>-<i>πτερος</i>. Ο τ. εμφανίζει κατάλ. -<i>οψ</i> (<b>πρβλ.</b> [[δρύοψ]], [[σκάλοψ]]) και παράλληλο τ. με αρκτικό <i>κ</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[κόρνοψ]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πάρνοψ:''' -οπος, ὁ, [[ακρίδα]], σε Αριστοφ. (άγν. προέλ.).
}}
}}