σεληνιακός: Difference between revisions

6
(37)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[σεληνιακός]], -ή, -όν, ΝΜΑ<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Σελήνη («σεληνιακό φως»)<br /><b>νεοελλ.-αρχ.</b><br />(φρ) «[[σεληνιακός]] [[μήνας]] [ή μήν]» — το [[χρονικό]] [[διάστημα]] που αντιστοιχεί σε μία πλήρη [[περιστροφή]] της Σελήνης [[γύρω]] από την Γη<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «σεληνιακή [[ημέρα]]» — το [[χρονικό]] [[διάστημα]] που χρειάζεται η Σελήνη για να επανέλθει στον ίδιο μεσημβρινό, το οποίο [[είναι]] μεγαλύτερο [[κατά]] 52 λεπτά από το αντίστοιχο της ηλιακής ημέρας<br />β) «σεληνιακή [[έκλειψη]]» — [[έκλειψη]] της Σελήνης<br />γ) «[[σεληνιακός]] [[αστρικός]] [[μήνας]]»<br /><b>αστρον.</b> [[χρονικό]] [[διάστημα]] που παρέρχεται, [[ωσότου]] η [[θέση]] της Σελήνης συμπέσει εκ νέου με την [[θέση]] του αστέρα ο [[οποίος]] είχε ληφθεί ως [[βάση]] και το οποίο αντιστοιχεί με 27 ημέρες, 7 ώρες, 43' λεπτά και 12'' δευτερόλεπτα, [[αλλά]] [[είναι]] δυνατόν να αυξομειωθεί [[κατά]] 7 [[περίπου]] ώρες λόγω παρέλξεως<br />δ) «[[σεληνιακός]] [[συνοδικός]] [[μήνας]]»<br /><b>αστρον.</b> [[διάστημα]] που αντιστοιχεί με τον χρόνο [[ανάμεσα]] σε δύο διαδοχικές φάσεις Πανσελήνου ή [[νέας]] Σελήνης και ισοδυναμεί [[κατά]] [[μέσον]] όρο με 29 ημέρες, 12 ώρες, 44' λεπτά και 3'' δευτερόλεπτα, μπορεί, όμως, να αυξομειωθεί [[κατά]] 13 [[περίπου]] ώρες λόγω της εκκεντρότητας της σεληνιακής τροχιάς<br />ε) «σεληνιακό [[έτος]]»<br /><b>αστρον.</b> χρονική [[περίοδος]] ίση με 12 σεληνιακούς συνοδικούς μήνες, που αποτέλεσε την [[βάση]] τών περισσότερων ημερολογίων τών αρχαίων λαών και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται [[ακόμη]] στα συστήματα χρονολόγησης τών μωαμεθανών και τών Εβραίων<br />στ) «σεληνιακές φάσεις»<br /><b>αστρον.</b> οι φάσεις της Σελήνης<br />ζ) «σεληνιακό [[τοπίο]]»<br /><b>μτφ.</b> ερημωμένος, ρημαγμένος [[τόπος]] [[χωρίς]] [[ίχνος]] ζωής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αναφέρεται στην [[σελήνη]] ως [[βάση]] χρονικού υπολογισμού<br /><b>2.</b> αυτός που πάσχει από σεληνιασμό, [[επιληπτικός]]<br /><b>3.</b> [[είδος]] μικρής σκάφης<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[κάνθαρος]] [[σεληνιακός]]» — [[είδος]] σκαθαριού. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>σεληνιακῶς</i> Α<br />με [[χρονικό]] υπολογισμό που βασίζεται στην [[κίνηση]] της Σελήνης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σελήνη]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ιακός]], [[κατά]] το [[ἡλιακός]].
|mltxt=-ή, -ό / [[σεληνιακός]], -ή, -όν, ΝΜΑ<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Σελήνη («σεληνιακό φως»)<br /><b>νεοελλ.-αρχ.</b><br />(φρ) «[[σεληνιακός]] [[μήνας]] [ή μήν]» — το [[χρονικό]] [[διάστημα]] που αντιστοιχεί σε μία πλήρη [[περιστροφή]] της Σελήνης [[γύρω]] από την Γη<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «σεληνιακή [[ημέρα]]» — το [[χρονικό]] [[διάστημα]] που χρειάζεται η Σελήνη για να επανέλθει στον ίδιο μεσημβρινό, το οποίο [[είναι]] μεγαλύτερο [[κατά]] 52 λεπτά από το αντίστοιχο της ηλιακής ημέρας<br />β) «σεληνιακή [[έκλειψη]]» — [[έκλειψη]] της Σελήνης<br />γ) «[[σεληνιακός]] [[αστρικός]] [[μήνας]]»<br /><b>αστρον.</b> [[χρονικό]] [[διάστημα]] που παρέρχεται, [[ωσότου]] η [[θέση]] της Σελήνης συμπέσει εκ νέου με την [[θέση]] του αστέρα ο [[οποίος]] είχε ληφθεί ως [[βάση]] και το οποίο αντιστοιχεί με 27 ημέρες, 7 ώρες, 43' λεπτά και 12'' δευτερόλεπτα, [[αλλά]] [[είναι]] δυνατόν να αυξομειωθεί [[κατά]] 7 [[περίπου]] ώρες λόγω παρέλξεως<br />δ) «[[σεληνιακός]] [[συνοδικός]] [[μήνας]]»<br /><b>αστρον.</b> [[διάστημα]] που αντιστοιχεί με τον χρόνο [[ανάμεσα]] σε δύο διαδοχικές φάσεις Πανσελήνου ή [[νέας]] Σελήνης και ισοδυναμεί [[κατά]] [[μέσον]] όρο με 29 ημέρες, 12 ώρες, 44' λεπτά και 3'' δευτερόλεπτα, μπορεί, όμως, να αυξομειωθεί [[κατά]] 13 [[περίπου]] ώρες λόγω της εκκεντρότητας της σεληνιακής τροχιάς<br />ε) «σεληνιακό [[έτος]]»<br /><b>αστρον.</b> χρονική [[περίοδος]] ίση με 12 σεληνιακούς συνοδικούς μήνες, που αποτέλεσε την [[βάση]] τών περισσότερων ημερολογίων τών αρχαίων λαών και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται [[ακόμη]] στα συστήματα χρονολόγησης τών μωαμεθανών και τών Εβραίων<br />στ) «σεληνιακές φάσεις»<br /><b>αστρον.</b> οι φάσεις της Σελήνης<br />ζ) «σεληνιακό [[τοπίο]]»<br /><b>μτφ.</b> ερημωμένος, ρημαγμένος [[τόπος]] [[χωρίς]] [[ίχνος]] ζωής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αναφέρεται στην [[σελήνη]] ως [[βάση]] χρονικού υπολογισμού<br /><b>2.</b> αυτός που πάσχει από σεληνιασμό, [[επιληπτικός]]<br /><b>3.</b> [[είδος]] μικρής σκάφης<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[κάνθαρος]] [[σεληνιακός]]» — [[είδος]] σκαθαριού. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>σεληνιακῶς</i> Α<br />με [[χρονικό]] υπολογισμό που βασίζεται στην [[κίνηση]] της Σελήνης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σελήνη]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ιακός]], [[κατά]] το [[ἡλιακός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σεληνιακός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει στη [[σελήνη]], το σεληνιακό [[ημερολόγιο]], σε Πλούτ.
}}
}}