αὐτοψία: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αὐτοψία:''' ἡ ([[ὄψομαι]], μέλ. του [[ὁράω]]), το να βλέπει [[κάποιος]] [[κάτι]] με τα [[ίδια]] του μάτια, σε Λουκ.
|lsmtext='''αὐτοψία:''' ἡ ([[ὄψομαι]], μέλ. του [[ὁράω]]), το να βλέπει [[κάποιος]] [[κάτι]] με τα [[ίδια]] του μάτια, σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''αὐτοψία:''' ἡ непосредственное узрение: αὐτοψίῃ [[μαθεῖν]] τι Luc. увидеть что-л. собственными глазами.
}}
}}