3,274,216
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''εὔθικτος:''' -ον ([[θιγεῖν]]), αυτός που πετυχαίνει το κεντρικό [[σημείο]], [[εύστοχος]], [[ευφυής]], [[έξυπνος]], σε Ανθ. | |lsmtext='''εὔθικτος:''' -ον ([[θιγεῖν]]), αυτός που πετυχαίνει το κεντρικό [[σημείο]], [[εύστοχος]], [[ευφυής]], [[έξυπνος]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὔθικτος:''' (тж. εὔ. τὴν διάνοιαν Arst.) меткий, находчивый, остроумный (πρός τι Polyb.; [[εὐεπία]] Anth.). | |||
}} | }} |