ἕδρασμα: Difference between revisions

2
(10)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἕδρασμα]], το (AM)<br /><b>1.</b> [[έδρα]]<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τους Πυθαγόρειους) ο [[αριθμός]] [[οκτώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για παρεκτεταμένο (σε -<i>ασμα</i>) τ. της λ. [[έδρα]] [[κατά]] τα [[είκασμα]], [[στέγασμα]] κ.ά.].
|mltxt=[[ἕδρασμα]], το (AM)<br /><b>1.</b> [[έδρα]]<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τους Πυθαγόρειους) ο [[αριθμός]] [[οκτώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για παρεκτεταμένο (σε -<i>ασμα</i>) τ. της λ. [[έδρα]] [[κατά]] τα [[είκασμα]], [[στέγασμα]] κ.ά.].
}}
{{elru
|elrutext='''ἕδρασμα:''' ατος τό pl. место пребывания, владение (Δαναϊδῶν Eur.).
}}
}}