δυσπρόσμαχος: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσπρόσμᾰχος:''' -ον ([[προσμάχομαι]]), αυτός που δύσκολα προσβάλλεται, αυτός στον οποίο δύσκολα επιτίθεται [[κάποιος]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''δυσπρόσμᾰχος:''' -ον ([[προσμάχομαι]]), αυτός που δύσκολα προσβάλλεται, αυτός στον οποίο δύσκολα επιτίθεται [[κάποιος]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσπρόσμᾰχος:''' трудный для завоевания или взятия, недоступный (μέρη τῆς πόλεως Plut.).
}}
}}